(συν + ἴημι)΄ φέρνω στὰ χέρια κάποιους, μὲ ἐχθρικὴ ἔννοια, τοὺς ἐρεθίζω ἐναντίον ἀλλήλων | μτφρ. ἀντιλαμβάνομαι, παρατηρῶ | ἀκούω
ΙΙ. μέσον, ἔρχομαι σὲ συμφωνία περί τινος πράγματος.
[ξυνέηκε, ἐπ. ἀντὶ ξυνῆκε, ἀόρ. α' τοῦ ἀττ. ξυνίημι=συνίημι (Α 8)]
Ραψωδία Α (413-427)
Πριν από 12 χρόνια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου