Πέμπτη 26 Μαρτίου 2009

ἅλς

(ὁ), κόκκος ἅλατος | 2. μαγειρικὸ ἅλας, ἁλάτι.

ΙΙ. (ἡ), ἡ θάλασσα.

Ἐτυμ.: ρ. ΑΛ-.

Δεν υπάρχουν σχόλια: