ἀποθ.' ἐνεστ., λαμβάνω μέρος ποὺ μοῦ ἀνήκει, συμμερίζομαι, συμμετέχω'
ἡμισυ μείρεο τιμῆς=τὸ ἥμισυ λάβε τῆς τιμῆς ποὺ σοῦ ἀνήκει
| 2. πρκ.
ἔμμορα, ἔχω ἢ λαμβάνω, τυγχάνω'
ἔμμορε τιμῆς=ἔλαβε τὸ μερίδιό του ἀπὸ τὴν τιμή
| 3. ὁ παθ. πρκ. ὡς ἀπρόσ.,
εἵμαρται=εἶναι πεπρωμένο, ἀποτελεῖ ἀπόφαση της μοῖρας' ὁ ὑπερσ.,
εἵμαρτο=ἦταν πεπρωμένο, εἶχε ἀποφασισθεῖ ἔτσι' μτχ.
εἱμαρμένος, η, ον=πεπρωμένος, προωρισμένος, ἀποφασισμένος' ὡς οὐσ. τὸ θηλ.
εἱμαρμένη (ἐνν. μοῖρα), ὡς τὸ
πεπρωμένη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου