(ὅμοιος)' καθιστῶ τι ὅμοιο, ἐξομοιώνω | 2. παρομοιάζω, συγκρίνω | 3. παθ., γίνομαι ὅμοιος, ἐξομοιώνομαι' ὁμοιωθήμεναι ἄντην=ν’ ἀναμετρηθεῖ μαζί μου | 4. μέσον, ἀνταποδίδω τὰ ἴσα.
[ὁμοιωθήμεναι, ἐπ. ἀντὶ ὁμοιωθῆναι, ἀπρφ. παθ. ἀορ. α’ (Α 187)]
Ραψωδία Α (413-427)
Πριν από 11 χρόνια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου