(ὁρμάω)' κινῶ, συγκινῶ, διεγείρω σφοδρῶς' περιστρέφω κάτι στὸ νοῦ μου, τὸ σταθμίζω, ἀναμετρῶ τὰ κατ᾿ αὐτό, ὀνειροπολῶ, ῥεμβάζω | 2. γεν., μελετῶ, σκέπτομαι, συλλογίζομαι | 3. ἐπιθυμῶ, ποθῶ.
ΙΙ. μεθ᾿ Ὁμ., μτβτ., ὠθῶ, ἐξωθῶ' ἐξεγείρω, διεγείρω | 2. ἀμτβ., σπεύδω, ἐπιταχύνω, βιάζομαι.
Ραψωδία Α (413-427)
Πριν από 11 χρόνια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου