φωνέω
(φωνή)' ἐκπέμπω ἔναρθρον φωνὴ ἢ ἦχο' ἐπὶ ἀνθρώπων, μιλῶ μεγαλοφώνως, καθαρῶς, φωνάζω, προφέρω, ἐκφωνῶ | 2. ἐπὶ ζώων, κράζω, βρυχῶμαι | 3. μετὰ αἰτ. προσ., μιλῶ πρός τινα, τὸν φωνάζω, τὸν ἐπικαλοῦμαι, τὸν προσκαλῶ | 5. μετ᾿ αἰτ. πράγμ., κάνω λόγο περί τινος, μιλῶ περί τινος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου