Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2010

ὑπό

αἰολ. ὑπά, ἐπ. ποιητ. ὑπαί, βασ. σημ.: κάτω, ὑποκάτω.

Ι. μετὰ γεν., ἐπὶ τόπου, άπὸ κάτω' ῥέει κρήνη ὑπὸ σπείους=ῥέει πηγὴ κάτω τοῦ σπηλαίου | 2. κάτω, ὑποκάτω, κάτω ἀπό' ὑπὸ στέρνοιο τυχήσας=πλήξας αὐτὸν κάτω ἀπ᾿ τὸ στῆθος.

ΙΙ. πρὸς δήλωσιν τοῦ αἰτίου (ποιητ. αἰτίου, τοῦ ἐνεργοῦντος προσώπου, τῆς αἰτίας), μετὰ παθ. ῥημ. ἢ μὲ οὐδέτερων ῥημάτων, κειμένων ἐν παθ. ἐνν.' ὑφ᾿ ἑαυτοῦ=ἐξ ἑαυτοῦ, ἀφ᾿ ἑαυτοῦ, μόνος' ὑπὸ κήρυκος προηγόρευε=προεκήρυσσε διὰ μέσου τοῦ κήρυκος' φεύγω ὑπό τινος=τρέπομαι εἰς φυγήν διωκόμενος ἀπὸ κάποιον.

ΙΙΙ. μετὰ δοτ., ἐπὶ τόπου, ὑπὸ ποσσί=κάτω ἀπ᾿ τὰ πόδια' ὑφ᾿ ἅρμασι=κάτω ἀπ᾿ τὸ ἅρμα | 2. εἰς δήλωσιν ὑποταγῆς ἢ ἐξαρτήσεως, ὑπό τινι=ὑπὸ τὴν ἐξουσίαν τινός.

ΙV. μετὰ αἰτ., ἐπὶ τόπου, πρός καὶ ἀπόκάτω, ὑπὸ σπεὸς ἤλασε μῆλα=ἔβαλε τὰ πρόβατα πρὸς τὸ σπήλαιον καὶ ὑπὸ τὴν ὀροφὴ τοῦ σπηλαίου | 2. ἐπὶ χρόνου, ὑπὸ νύκτα=κατὰ τὴν νύχτα, πρὸς τὴν νύκτα' ὑπὸ τὸν σεισμόν=κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ σεισμοῦ, ὅτε συνέβη ὁ σεισμός.

V. ὡς ἐπίρ. ἡ ὑπό=ὑποκάτω, κάτω ἀπό, ὀπίσω, ἀνεπαισθήτως, κρυφά.

VI. ἐν συνθέσει, ἀποκάτω: ὕπειμι, ὑποβαίνω | 2. ἀνάμειξη κάποιου πράγματος μετ᾿ ἄλλο: ὑπάργυρος, ὑπόχρυσος | 3. ὑποταγὴ ἢ ἐξάρτησι: ὑποδαμνάω, ὑποδμώς | 4. σὲ μικρὸ βαθμό, ὀλίγον τι: ὑποκινέω, ὑπόλευκος | 5. δόλια, κρυφά: ὑποθωπεύω.

Δεν υπάρχουν σχόλια: