Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010

μινυνθάδιος, α, ον

(μίνυνθα)' ὁ ὀλίγον χρόνον διαρκῶν, βραχύβιος, βραχυχρόνιος/ συγκρ. μινυνθαδιώτερος.

4 σχόλια:

Pausanias είπε...

Καλημέρα
Μου αρέσει η ακρίβεια της απόδοσης που κάνεις. Έχω μόνο μια μικρή παρατήρηση. Θα σου έλεγα για να μην φαίνεται η όποια θέση σου σαν από καθέδρας να παρέθετες και κείμενα που την στηρίζουν, έτσι ώστε και οι μη γνωρίζοντες να το επιβεβαιώνουν αλλά και να μαθαίνουν.
Ελπίζω να θεωρήσεις το σχόλιό μου καλοπροαίρετο.

kalliopi είπε...

Καλημέρα
Κάθε σχόλιο είναι καλοπροαίρετο. Αλλά θα μου επιτρέψεις να ρωτήσω ποια απόδοση σου αρέσει, και τι κείμενα υποστηρικτικά εννοείς να παραθέτω;
Σ' ευχαριστώ.

kalliopi είπε...

Tα λεξικά που χρησιμοποιώ φαίνονται πάνω αριστερά στη σελίδα, κυρίως το Perseus Digital Library τώρα.

Pausanias είπε...

Αγαπητή φίλη
Τα λεξικά σου τα είδα.Άλλωστε και εγώ αυτό συμβουλεύομαι.Απλά επειδή εκτιμώ την προσπάθειά σου θα ήθελα αν αυτό είναι δυνατόν να υπάρχουν μικρά αποσπάσματα για να τα βλέπαμε μέσα σε πρόταση.Είναι πιο ολοκληρωμένο. Πάντως θα ήθελα την άποψή σου για το ότι δεν υπάρχουν ρήματα.