Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2008

ὡς

ἀπαντᾷ, Ι. ὡς ἐπίρρ. τρόπου, καὶ δή: 1. ὡς δεικτικὸν ἐπίρρ. ὥς (τονιζόμενον)=οὕτως, κατὰ τοῦτον τὸν τρόπον, ὡς ἐπίρρ. τῆς δεικτ. ἀντων. ὅς καὶ | 2. ὡς ἀναφορ. ἐπίρρ. ὡς (ἄτονον)=ὅπως, ὡς ἐπίρρ. τῆς ἀναφορ. ἀντων. ὅς | ΙΙ. ὡς σύνδεσμος ὡς (ἄτονον)=ὅτι | ΙΙΙ. Ποικίλαι χρήσεις.

Ι. ἐπίρρ.: Α. δεικτ. ἐπίρ. τρόπου, ὥς (τονιζόμενον)=οὕτω, κατὰ τοῦτον τὸν τρόπον, λατ. sic | 2. καὶ ὥς=καὶ οὕτως, καὶ ἔτσι ἀκόμη, καὶ μ' ὅλα ταῦτα, παρ' ὅλα ταῦτα (ὡς τὸ ὅμωςἀλλὰ καὶ ὡς ἐθέλω δόμεναι πάλιν=ἀλλὰ καὶ παρ' ὅλα αὐτὰ (ἀλλ' ἐν τούτοις) εἶμαι ἀποφασισμένος νὰ δώσω ὀπίσω' μετ' ἀρνήσ. οὐδ' ὥς, μηδ' ὥς=οὐδ' οὕτως, οὔτε κι ἔτσι, καὶ ἐν τεοιαύτῃ καταστάσει πράγμάτων οὐχί, ἐν τούτοις οὐχί, οὐδ' οὕτω, οὔτε καὶ τότε, κατ' οὐδένα τρόπον: ἀλλ' οὐδ' ὥς ἀπέληγε μάχης κορυθαίολος Ἕκτωρ=ἀλλ' οὔτε καὶ τότε ἔπαυε νὰ μάχεται ὁ κορυθαίολος Ἕκτωρ | 3. ἐν παρομοιώσεσιν, εἰς τὸ δεικτ. ὥς ἀνταποκρίνεται ἀναφορ. ὡς: ὥς..., ὡς...=οὕτως..., ὅπως...=λατ. sic..., ut...), ἤ τανάπαλιν ὡς..., ὥς...=ὅπως..., ἔτσι...' ἐν τῇ τοιαύτη χρήσει τίθεται ὡσ. καὶ: ὥστε..., ὥς...=ὅπως..., οὕτως "ἔτσι"... | Β. ἀναφορικὸν ἐπίρ. τρόπου, ὡς (ἄτονον)=ὅπως, καθώς, λατ. ut, ἀκολουθοῦν κυρίως ἔπειτα ἀπὸ δεικτ. ἐπίρρ., τὸ ὁποῖον ἐν τούτοις συχνὰ παραλείπεται: κινήθη δ' ἀγορὴ ὣς κύματα μακρὰ θαλάσσης (τ. ἔ. οὕτως ὥς)' ἐν τῇ τοιαύτη χρήσει δὲν τονίζεται, ἐκτὸς ὅταν κεῖται ἐν τέλει προτάσεως, ἤ ὅταν τίθεται ἔπειτα ἀπὸ τὴν λέξιν, ἡ ὁποία εἰσάγεται διὰ τοῦ ὡς (: θεὸς ὥς ἀντὶ ὡς θεός) | 2. ὡς ἐμοὶὡς γ' ἐμοί (ἐνν. δοκεῖ)=ὅπως φαίνεται εἰς ἐμέ, ὅπως μοῦ φαίνεται, ὅπως ἐγὼ νομίζω | 3. τὸ ἀναφ. ὡς συνάπτεται ὡσ. καὶ μετὰ μετοχῆς αἰτιολογούσης τὴν ἔννοιαν τοῦ κυρίου ῥήματος τῆς προτάσεως: ἀγανακτοῦσιν ὡς ἀδικούμενοι=ἀγανακτοῦσιν ὅπως (καθώς, ἐνν. ἀγανακτοῦν) ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ἀδικοῦνται (ὅπερ καταλήγει εἰς τό: ἀγανακτοῦσιν ἐπειδὴ ἔχουν τὴν ἰδέαν ὅτι ἀδικοῦνται)' ὡσ. μετὰ μετοχῆς ἐν ἐρωτήσεσιν: ὡς τί δὴ θέλων;=ὡσάν (ὅπως, καθώς) ἄνθρωπος ποὺ ἐπιθυμεῖ τί πρᾶγμα; | 4. μετὰ προθέσεων, ἀνήγοντο ὡς ἐπὶ ναυμαχίαν=ἀνήγοντο εἰς τὸ ἀνοικτὸν πέλαγος ὅπως (καθώς, ὡσάν) διὰ ναυμαχίαν (ὅπως δηλ. ἀνάγεται ὁ προτιθέμενος νὰ ναυμαχήσῃ) | β. συνηθέστατα τὸ ἀναφ. ὡς συνάπτεται μετὰ τῶν προθέσ. ἐπί, εἰς, πρός, σπανιώτερον δὲ μετ' ἄλλων: ὡς ἐκ κακῶν ἐχάρη=ηύχαριστήθη ὅπως (εὐχαριστεῖται) ὁ ἐν κακῇ καταστάσει εὐρισκόμενος | 5. ἐνίοτε ἡ πρόθεσις παραλείπεται, καὶ τὸ ὡς κατήντησε νὰ ἐπέχῃ θέσιν προθέσ.=εἰς + αἰτ.΄ παρ' Ὁμ. ἀπαντᾷ ἅπαξ μόνον: ὡς αἰεὶ τὸν ὅμοιον ἄγει θεὸς ὡς τὸν ὅμοιον=πὼς πάντοτε ὁ θεὸς ὁδηγεῖ τὸν ὅμοιον πρὸς τὸν ὅμοιον! | 6. μετὰ ἐπιρρ., πρὸς περιορισμὸν ἤ πρὸς ἐπίτασιν τῆς δυνάμεώς των: ὡς ἀληθῶς=ὅπως ἀληθῶς, κατ' ἀλήθειαν, ὄντως, τῷ ὄντι, πράγματι (καίτοι δύναται νὰ θεωρηθῇ καὶ ὡς ἐπιφώνημα: πόσον ἀληθῶς!), λατ. quam vere' ὡς μάλιστα=ὅσον τὸ δυνατὸν περισσότερο.

ΙΙ. σύνδεσμος: ὡς εἰδικὸς σύνδεσμος ὡς=ὅτι, λατ. quod | 2. ὡς=ὥστε, τόσον ὥστε, λατ. adeo ut, ita ut: εὖρος ὡς δύο τριήρεας πλέειν ὁμοῦ=κατὰ τὸ πλάτος τοσοῦτος ὥστε νὰ πλέουν δύο τριήρεις ὁμοῦ | 3. ὡς τελικὸς σύνδ., εἰς δήλωσιν σκοποῦ, ὡς=ἵνα=γιὰ νά, ὅπως | 4. ὡς αἰτιολογικὸς σύνδ., πρὸς δήλωσιν αἰτίας, αἰτιολογίας, ὡς=ὅτι, ἐπεί=ἐπειδή, διότι | 5. ὡς χρονικὸς σύνδ. ὡς ἀντὶ τοῦ ὅτε, ἐπεί=ὅταν | 6. ὡς τροπικὸν μόριον ἀντὶ τοῦ ὅπως=πῶς, κατὰ τίνα τρόπον | 7. τὸ ἀναφορικὸ ὡς ἀπαντᾷ ἐνίοτε καὶ ὡς τοπικὸν μόριον, ἀντὶ τοῦ ὅπου.

ΙΙΙ. ποικίλες χρήσεις: Α. ἐνίοτε το ὡς ἐν ἀρχῇ προτάσεων, ὡς ἐπιφώνημα ἐμφατικόν: πῶς! πόσον! τί!: ὡς ἠλίθιος εἶ=πόσον ἠλίθιος εἶσαι | 2. ἐν τῇ ἀρχῇ δύναται νὰ σημαίνει καὶ ταχεῖαν ἐναλλαγὴν γεγονότων: ὡς ἴδεν, ὥς μιν Ἔρως πυκινὰς φρένας ἀμφεκάλυψεν=μόλις εἶδε καὶ εὐθὺς ὁ Ἔρως...(κυρ. ὅπως ἴδεν, καθὼς ἴδεν, οὕτω, δηλ. τὴν ἴδιαν στιγμὴ ὁ Ἔρως...) | 3. εἰς ἄλλες περιπτώσεις ἐκφράζει εύχήν, συνών. τῷ εἴθε, μετ’ εὐκτικῆς μόνον: εἴθε νά..., μακάρι νά...: ὡς ἀπόλοιτο καὶ ἄλλος=μακάρι νὰ πέθαινε καὶ ὅποιος ἄλλος' καὶ ἀρνητ. ὡς μὴ θάνοι=εἴθε νὰ μὴ ἀποθάνει!' ὡς ὄφελες ἀυτόθ' ὀλέσθαι=εἴθε νὰ εὕρισκες ἐδῶ τὸν θάνατον | Β. μετ’ ἀριθμητικῶν: περίπου, σχεδόν, κατὰ προσέγγιση: ἀπέθανον ὡς πεντακόσιοι=πέθαναν πεντακόσιοι περίπου | Γ. ἔν τισιν ἐλλειπτικαῖς φράσεσιν: 1. ὡς τί (ἐνν. γένηται;)=διὰ νὰ γίνῃ τὶ πρᾶγμα; πρὸς τίνα σκοπόν; διατί; πρὸς τί;
| 2. ὡς ἕκαστος, ὡς ἕκαστοι=ἕκαστος χωριστά.

Ἐτυμ.: Κυρίως εἰπεῖν ὡς εἶναι ἀρχαία αἰτ. πληθ. τοῦ ὅς, ὅπως τὼς εἶναι αἰτ. πληθ. τοῦ ἄρθρου ' ὅπως τὸ οὕτως ἐκ τῆς οὗτος κλπ.

[
Ι. Σταματάκου - Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης]

Δεν υπάρχουν σχόλια: