ἔοικα
ἰων. οἶκα, πρκ. μετὰ σημ. ἐνεστ. ἐκ τοῦ εἴκω' εἶμαι ἤ φαίνομαι ὅμοιος, μοιάζω | 2. τὸ γ' ἐν. ἔοικε ὡς ἀπροσ. παρ' Ὁμ.= φαίνεται (εἶναι) ὀρθό | 3. ἡ μτχ. ἐοικώς χρησ. ὡς ἐπίθ. παρ' Ὁμ. = ὅμοιος, ἀρμόδιος, εὐπρεπής, κατάλληλος | 4. ἔοικε=φαίνεται΄ ὡς ἔοικε=καθὼς φαίνεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου