Πέμπτη 19 Μαρτίου 2009

παλίλλογος, ον

(πάλιν + λέγω)' ὁ ἐπαναλαμβάνων τὰ ἤδη λεχθέντα | 2. ὁ ἐκ νέου συνειλεγμένος, ἐκ νέου συναγόμενος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: