(μετά + τρέπω)' τρέπω, στρέφω, γυρίζω, πρὸς ἄλλο μέρος.
ΙΙ. μέσον, μετατρέπομαι, στρέφομαι πρὸς ἄλλο μέρος | 2. στρέφομαι, γυρίζω, πίσω | 3. στρέφομαι καὶ κοιτάζω πρός τι, προσέχω εἴς τι, φροντίζω περί τινος, ἐνδιαφέρομαι διά τι.
[μετατρέπῃ, γ’ ἑν. ὑποτ. (Α 160)]
Ραψωδία Α (413-427)
Πριν από 11 χρόνια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου