(ἡ), (
μείρομαι)' μέρος, μερίδιον
| 2. τμῆμα στρατοῦ
| 3. μέρος λαοῦ ἢ πολιτικὴ μερίδα
| 4. τὸ μερίδιο ποὺ ἀναλογεῖ στὸν καθένα, κυρ. μερίδιο ἐκ λείας πολέμου
| 5. ἡ κληρονομικὴ μερὶδα ἑκάστου
| 6. ὁ προορισμὸς ἑκάστου, τὸ μερίδιό του στὴ ζωῇ
| 7. τὸ πεπρωμένο ἑκάστου, ὁ θάνατος
| 8. αὐτὸ ποὺ κατὰ τὸ δίκαιον ἀνῆκει στὸν καθένα, ὅ,τι εἶναι ὀρθὸ καὶ νόμιμο'
κατὰ μοῖρας ἔειπες=μίλησες πρεπόντως, δικαίως
| 9. ὁ οφειλόμενος σεβασμός, ἐκτίμηση, ὑπόληψη'
ἐν μοῖρα ἄγω τινά=τρέφω τὸν προσήκοντα σεβασμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου