δωρ. καὶ ἀττ.
πόρσω, νεώτ. ἀττ.
πόρρω, ποιητ.
πρόσσω, ἐπίρ. (
πρό, πρός)' ὡς ἐπίρ. (ἀπολ.), ἐπὶ τόπου, ἐμπρός, πρὸς τὰ ἐμπρός, περαιτέρω
| 2. ἐπὶ χρόνου, ἐμπρός, στὸ μέλλον, ἀπὸ ἐδῶ καὶ στὸ ἐξῆς
| 3. ἐπὶ ἀποστάσεως, μακρὰ ἀπό'
οὐ πρόσω Ἑλλησπόντου=οὐχὶ μακριὰ ἀπὸ τὸν Ἑλλήσποντο
| 4. ἐπὶ χρόνου,
πρόσω τῆς νυκτός=σὲ προχωρημένη ὥραν τῆς νυκτός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου